Το τελευταίο χρόνο και λόγω τραγικών καταστάσεων ( υπόθεση Γλυκών Νερών, υπόθεση Πάτρας και όχι μόνο ) έχει έρθει στο προσκήνιο η διαδικασία ανίχνευσης ψεύδους ( ή Αξιολόγηση Αξιοπιστίας καλύτερα) , μέσω της αποκωδικοποίηση της γλώσσας του σώματος ( της μη λεκτικής επικοινωνίας καλύτερα).
Χρήσιμο είναι να διευκρινιστούν κάποιοι όροι και διαδικασίες όσον αφορά τα παραπάνω.
Συζητώντας για γλώσσα σώματος αναφερόμαστε σε κομμάτι ανθρώπινης συμπεριφοράς ( Human Behavior) και μάλιστα σε πολύ μεγάλο βαθμό ακούσια εμφανιζόμενο.
Αυτό σημαίνει ότι οι αντιδράσεις ή τα σημάδια στη γλώσσα του σώματος είναι μη ελεγχόμενα και προκύπτουν από συγκεκριμένο μηχανισμό στον άνθρωπο. Αυτός είναι και ο λόγος ο οποίος κρίνονται και αξιόπιστα σημάδια ψεύδους αλλά και ειλικρίνειας.
Να τονίσουμε τις εκατοντάδες έρευνες που έχουν διεξαχθεί για το θέμα, τη βιβλιογραφία στο τομέα της ανακριτικής τέχνης – επιστήμης, καθώς και ότι πλέον το πεδίο της μη λεκτικής επικοινωνίας και της αξιολόγησης αξιοπιστίας αποτελεί τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Η διαδικασία, λοιπόν, της αποκωδικοποίησης και εν τέλη της ανίχνευσης ψεύδους είναι μία διαισθητική διαδικασία ή μία διαδικασία με κανόνες, περιορισμούς και τεχνικά κριτήρια?
Ξεκάθαρα το δεύτερο. Το θέμα είναι κατ’ εξοχήν τεχνικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον πρέπει να σας πω. Υπάρχουν κριτήρια αξιολόγησης και συγκεκριμένη μεθοδολογία. Μεταξύ πολλών άλλων εξετάζονται τα κανάλια επικοινωνίας, clusters κινήσεων, συμβατότητα λεκτικών και μη λεκτικών μηνυμάτων και συμβατότητα αναμενόμενης και παρουσιαζόμενης συμπεριφοράς.
Στέκομαι στο τελευταίο και αναφέρω το εξής. Στην – ούτως ή άλλως – τραγική υπόθεση της Πάτρας, αυτό που έκανε καταρχήν μεγάλη εντύπωση ήταν η μη συμβατότητα της αναμενόμενης και της παρουσιαζόμενης συμπεριφοράς. Η απουσία αναμενόμενων συναισθημάτων και συμπεριφορών θλίψης και οδύνης από τη πλευρά των οικείων έκανε αίσθηση και στον πιο αδαή περί ανίχνευσης ψεύδους.
Γλωσσικά ολισθήματα, αποφυγές, υπεκφυγές στο λόγο και συγκεκριμένες κινήσεις αλλά και μικροεκφράσεις προσώπου – οι οποίες αναφέρονται στη σχετική βιβλιογραφία ως άξιες διερεύνησης – συνέθεσαν ένα συνολικό παζλ άξιο προς διερεύνηση.
Τα ίδια είδαμε και στη περίπτωση των Γλυκών Νερών. Τα ίδια μοτίβο λεκτικά αλλά και μη λεκτικά. Ασυμβατότητες και ενδιαφέρουσες, για το πεδίο, συμπεριφορές.
Να σημειώσω ότι και οι δύο αναφερόμενες περιπτώσεις έχουν απασχολήσει ειδικούς στη μη λεκτική επικοινωνία και εκτός Ελλάδας. Υπάρχουν άνθρωποι αλλά και φορείς και εκτός Ελλάδας, οι οποίοι ενδιαφέρονται και παρακολουθούν τις εξελίξεις.
Οι ενδείξεις, λοιπόν, αναλύονται μία προς μία, εξετάζονται οι περιορισμοί, δημιουργούνται clusters συμπεριφορών και περίπου με αυτή τη μεθοδολογία τοποθετείται η κάθε συμπεριφορά σε μία κλίμακα αξιοπιστίας.
Πολλοί θέτουν το εύλογο ερώτημα. Είναι δυνατόν μία τέτοια διαδικασία να σφάλει?
Η απάντηση είναι ξεκάθαρα και σε θεωρητικό πλαίσιο ναι. Όπως και κάθε είδους διαδικασία έχει τα τρωτά της σημεία.
Όμως θα σας καταθέσω τη δική μου μικρή εμπειρία όσον αφορά τα αποτελέσματα της διαδικασίας.
Εγώ προσωπικά δεν έχω βρεθεί ποτέ στη θέση να συναντήσω σφάλμα στην αξιολόγηση αξιοπιστίας οποιουδήποτε, όταν η διαδικασία έχει τηρηθεί κατά γράμμα. Απλά το αναφέρω ως δικό μου στατιστικό. Μπορεί να έτυχε. Μπορεί και όχι…
Συνάδελφοι και συνεργάτες στο εξωτερικό έχουν παρόμοια εμπειρία.
Ίσως και εκεί να έτυχε. Ίσως και όχι…